
Ο γατόπαρδος, γνωστό και ως «τσίτα» ή, λανθασμένα, «τσιτάχ», είναι σαρκοφάγο θηλαστικό της οικογένειας των αιλουριδών. Ανήκει στην υποοικογένεια των αιλουρινών και εντάσσεται ανάμεσα στα μέλη μιας «ομάδας» που απαρτίζουν τις αποκαλούμενες αγριόγατες, που περιλαμβάνει διάφορα γένη και της οποίας αποτελεί ένα από τα μεγαλύτερα μέλη. Το είδος έχει την επιστημονική ονομασία Acinonyx jubatus, απαντά αποκλειστικά στην Αφρική και στο Ιράν και περιλαμβάνει 5 υποείδη. Eίναι το γρηγορότερο χερσαίο ζώο, εκτιμάται ότι μπορεί να τρέχει με ταχύτητα 80 έως 128 km/h, με μέση ταχύτητα 98 km/h.
Τι σχέση ο παραπάνω -δανεισμένος από την βικιπέδια- ορισμός του συγκεκριμένου ζώου με το βιβλίο του Giuseppe Tomasi di Lampedusa, ομολογώ πως δεν κατάλαβα. Εδώ καλά καλά δεν κατάλαβα πώς έμπλεξα σε ένα τόσο σύντομο χρονικά διάστημα πάλι με ένα βιβλίο ενός κλασικού Ιταλού συγγραφέα, όταν οι μνήμες από τον "Μακαρίτη Ματίας Πασκάλ" του Λουίτζι Πιραντέλλο ήταν ακόμα νωπές.
Σαν να μην έφταναν όλα αυτά, δεν με βοήθησε αυτή τη φορά και η θεά τύχη στην οποία άφησα την επιλογή του επόμενου αναγνώσματός που θα με συντρόφευε τις νύχτες. Αυτή και μόνο αυτή (σε κάποιον πρέπει να ρίξω το ανάθεμα) έφερε στο χέρι μου το συγκεκριμένο βιβλίο, το οποίο ούτε που θυμάμαι πώς το διάλεξα όταν το αγόρασα (μάλλον λόγω του τίτλου).
Όσο και αν προσπαθούσα να ακολουθήσω τις ιστορίες του Ντον Φαμπρίτσιο, του πρίγκιπα ντι Σαλίνα,ο οποίος βλέπει τον κόσμο που έζησε να χάνεται καθώς η εποχή προχωρά και εκείνος βιώνει την βίαιη αλλαγή του κόσμου στον οποίο ζει, τόσο στο μυαλό μου ερχόταν ο ίδιος ο συγγραφέας, ο οποίος έγραψε το μοναδικό του μυθιστόρημα σε ηλικία εξήντα ετών και δεν κατάφερε να το δει ποτέ τυπωμένο. Ο παλιακός τρόπος και η απουσία έντασης στην εξέλιξη της ιστορίας το καθιστούν στα δικά μου μάτια ως βαρετό, τουλάχιστον.
Ίσως, η φήμη του συγκεκριμένου μυθιστορήματος να έγκειται στις διαμάχες που ξέσπασαν μετά την πρώτη έκδοση και στο κατά πόσο ήταν αυθεντική και σύμφωνη με τα όσα έγραψε ο Τζιουσέπε Τομάσι Ντι Λαμπεντούσα. Στην πιο πρόσφατη, αναθεωρημένη, εκδοχή, εκείνη των εκδόσεων Feltrinelli, βασίζεται η εξαιρετική δουλειά που έχει γίνει από τις εκδόσεις Bell σε μετάφραση της Μαρίας Σπυριδοπούλου.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το βιβλίο έχει μεταφερθεί στη μεγάλη οθόνη το 1963 σε σκηνοθεσία του μετρ του είδους Λουκίνο Βισκόντι. Άβυσσος η ψυχή, όχι μόνο των αναγνωστών, αλλά και των σκηνοθετών.
👍Η καταπληκτική δουλειά των εκδόσεων Bell
👎 Οι προσδοκίες που γεννά ο τίτλος του βιβλίου.
Βαθμολογία: ✩✩
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου