Τετάρτη 28 Μαΐου 2025

Το κορίτσι στον ιστό της αράχνης


Το κορίτσι στον ιστό της αράχνης προσπαθεί να συνεχίσει τη σειρά Millennium εκεί που την άφησε ο Στιγκ Λάρσον, αλλά τελικά δεν καταφέρνει να σηκώσει το βάρος της κληρονομιάς.

Η υπόθεση ξεκινά με μια έρευνα πάνω στην τεχνητή νοημοσύνη, τα κυβερνομυστικά και την κατασκοπεία υψηλού επιπέδου. Ένας σπουδαίος επιστήμονας, ο Φρανς Μπάλντερ, ζητά τη βοήθεια του Μίκαελ Μπλούμκβιστ, θεωρώντας πως βρίσκεται στο στόχαστρο των Αμερικανών και μυστικών υπηρεσιών. Μπλέκεται γρήγορα μια πλεκτάνη που περιλαμβάνει χάκερ, πράκτορες, εγκληματικές οργανώσεις — και φυσικά τη Λίσμπετ Σαλάντερ, που εδώ επιστρέφει σαν ηθικός πυρήνας της ιστορίας. Ή έτσι θα ήθελε το βιβλίο να φαίνεται.

Η αλήθεια είναι πως το ενδιαφέρον στήνεται, αλλά δεν κρατά. Η Λίσμπετ δεν έχει πια το βάθος, την ένταση, ούτε και την εσωτερική πάλη που την έκανε μοναδική. Ο Μπλούμκβιστ μοιάζει σχεδόν διακοσμητικός. Οι νέοι χαρακτήρες, όπως ο μικρός Όγκουστ με τις μαθηματικές ιδιοφυΐες, ενώ έχουν υποσχέσεις, δεν αξιοποιούνται με τρόπο που να φορτίζουν την πλοκή με την ένταση που χρειάζεται.

Η γραφή του Λάγκερκραντζ προσπαθεί να ακολουθήσει τον ρυθμό και την ατμόσφαιρα του Λάρσον, αλλά το κάνει με τρόπο περισσότερο τεχνικό παρά οργανικό. Υπάρχει δομή, υπάρχει σενάριο, αλλά λείπει το πάθος. Η δράση εκτυλίσσεται, όμως δεν αναπνέει.

Είναι φανερό ότι ο συγγραφέας θέλει να δείξει σεβασμό στο υλικό. Και ίσως εκεί είναι το πρόβλημα: το βιβλίο δείχνει να φοβάται να τολμήσει. Παραμένει καθηλωμένο στο "τι θα έκανε ο Λάρσον", χωρίς να βρίσκει δική του φωνή. Έτσι, ενώ υπάρχουν σκηνές που θα μπορούσαν να απογειώσουν την ένταση — όπως η εισβολή στο σπίτι του Μπάλντερ ή οι σκηνές με το παρελθόν της Λίσμπετ — όλα παραμένουν προβλέψιμα.

Το αποτέλεσμα; Ένα βιβλίο που διαβάζεται, αλλά δεν σε κρατά. Δεν σε ταρακουνά όπως τα πρώτα. Και όταν τελειώνει, σε αφήνει περισσότερο με μια γεύση νοσταλγίας για το τι ήταν η σειρά, παρά ενθουσιασμό για το τι έγινε.

👍 Η απόπειρα να συνεχιστεί το σύμπαν της Λίσμπετ
👎 Ένας συναισθηματικά αποστειρωμένος απόηχος των προηγούμενων

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩

Σάββατο 3 Μαΐου 2025

Η πρωτεύουσα


 Βρυξέλλες: γραφεία, επιτροπές, σύμβουλοι επικοινωνίας και ένα γουρούνι που τρέχει στους δρόμους — κυριολεκτικά. Στο βιβλίο "Η Πρωτεύουσα", ο Ρόμπερτ Μενάσσε χτίζει ένα πολιτικό παζλ με χιούμορ, κυνισμό και έναν υπόγειο υπαρξισμό που κάνει τα πάντα να μοιάζουν λίγο πιο σαθρά απ’ όσο θα θέλαμε.

Η πλοκή ξετυλίγεται ανάμεσα σε καρέ γραφείων, σε εσωτερικά emails, σε άδειες αίθουσες συνεδριάσεων και σε σχέδια προβολής της Ε.Ε. που δεν ξέρουν καν τι ακριβώς θέλουν να προβάλουν. Ο συγγραφέας παρακολουθεί διάφορους ήρωες — η Φένια, μια Κύπρια υπάλληλος της Επιτροπής, είναι ίσως η πιο αναγνωρίσιμη φιγούρα, αλλά και η πιο εγκλωβισμένη. Το ίδιο και ο ηλικιωμένος επιζών του Άουσβιτς, που καλείται να γίνει «πρόσωπο καμπάνιας». Η Ε.Ε. αναζητά μια αφήγηση, και ο Μενάσσε μάλλον μάς λέει ότι δεν έχει καμία.

Το βιβλίο είναι έξυπνο. Ίσως πιο έξυπνο απ’ όσο χρειάζεται. Διαβάζεται σαν λογοτεχνική προσομοίωση μιας ευρωπαϊκής συνεδρίασης: έχει χιούμορ, ακρίβεια, αλλά και αρκετά κενά διαστήματα. Η σάτιρα λειτουργεί, το ύφος έχει νεύρο, αλλά οι χαρακτήρες μένουν συχνά στη σφαίρα του συμβόλου και όχι του ανθρώπου. Σαν να χρειάζεται να σε νοιάξει πρώτα η Ευρώπη ως ιδέα για να σε συγκινήσει και το βιβλίο. Αν όμως δεν σε νοιάζει, δεν θα σε κρατήσει ούτε η αφήγηση.

👍 Πολιτική σάτιρα με βάθος και περιεχόμενο
👎 Αν δεν σε νοιάζει η ιδέα της Ευρώπης, βρίσκεις το βιβλίο ανυπόφορο

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩☆

Παρασκευή 2 Μαΐου 2025

Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα


Για τον τεράστιο Διονύση Σαββόπουλο ό,τι και να πούμε θα είναι λίγο. Άλλωστε, ο μεγάλος Έλληνας καλλιτέχνης έχει τον δικό του τρόπο να εξιστορεί όσα τον σημάδεψαν και να μας κάνει συνοδοιπόρους στην πορεία της ζωής του. 

Στο βιβλίο του "Γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα", ο Νιόνιος παραθέτει την αυτοβιογραφία του με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Μιλάει σε πρώτο πρόσωπο και η αφήγηση είναι σαν να τον ακούς να στα διηγείται, όπως, ίσως, έχει κάνει ανά καιρούς στους δικούς του ανθρώπους. Ο ίδιος δήλωσε ότι το βιβλίο το υπαγόρευσε, δεν το έγραψε με χαρτί και μολύβι, γεγονός που προσδίδει στην αφήγηση αμεσότητα και ζωντάνια.

Η αφήγηση ξεκινά σαν ρέουσα εξομολόγηση, με τον Νιόνιο να ξετυλίγει το νήμα της ζωής του χωρίς καμία προσπάθεια ωραιοποίησης. Είναι ένας Σαββόπουλος που αναγνωρίζει τα λάθη του, που κοιτάζει πίσω με στοχασμό, αλλά χωρίς μελοδραματισμούς. Η φωνή του είναι καθαρή, ανθρώπινη και για όσους τον έχουν αγαπήσει, το βιβλίο μοιάζει με προσωπικό ραντεβού.

Μέσα από τις σελίδες, ξεπηδούν δεκάδες σημαντικοί, Έλληνες καλλιτέχνες, με τους οποίους ο Σαββόπουλος ήρθε κοντά μέσα από την κοινή τους επαγγελματική τους πορεία, ενώ παράλληλα διατρέχουμε μαζί με την αφήγηση και την ιστορία των τόπων που έζησε ο ίδιος ανά τα χρόνια.

Αν αγαπάτε τον Διονύση Σαββόπουλο, σπεύσατε, γιατί τα χρόνια τρέχουν χύμα.

 Καλή ακρόαση!

👍 Το ανεπιτήδευτο ύφος του βιβλίου
👎 Η ωραιοποίηση κάποιων γεγονότων

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩✩


Πέμπτη 1 Μαΐου 2025

Εορταστικό τριήμερο στα Γιάννενα


Την αδυναμία μου για την Έρση Σωτηροπούλου την πρωτοαπόκτησα όταν διάβασα το "Μπορείς". Μετά ήρθε το "Ζιγκ Ζαγκ στις νεραντζιές" και η ανάγνωση του "Εορταστικού τριήμερου στα Γιάννενα" επιβεβαιώνει στο εκατό τοις εκατό την άποψή μου. Είναι μία εκ των κορυφαίων Ελληνίδων συγγραφέων. 

Στο Εορταστικό τριήμερο στα Γιάννενα, η Σωτηροπούλου γράφει ένα βιβλίο που σε βάζει σε ένα ιδιαίτερο κλίμα από την πρώτη κιόλας σελίδα. Κοιτώντας κάποιες φορές από την κλειδαρότρυπα και κάποιες φορές εισβάλλοντας ο ίδιος μέσα στο δωμάτιο που στήνει το σκηνικό της στο μεγαλύτερο μέρος του βιβλίου, γίνεσαι συνένοχος σε ένα νοσηρό εφιάλτη που βιώνει η πρωταγωνίστρια του βιβλίου. 

Η ιστορία ξεκινά σχεδόν ανέμελα: μια γυναίκα φεύγει για ένα τριήμερο με έναν άγνωστο. Η σερβιτόρα το σκάει από το εστιατόριο που δούλευε στο Αγρίνιο (ίσως η μοναδική λογική αναφορά στο βιβλίο) για να περάσει το τριήμερο της 28ης Οκτωβρίου στα Γιάννενα. Ακόμα και αυτές οι μικρές λεπτομέρειες έχουν την σημασία τους για την ψυχοσύνθεση της πρωταγωνίστριας. 

Μέσα σε λιγότερες από εξήντα σελίδες, η Σωτηροπούλου περνάει από το φυσικό στο υπερφυσικό και μπλέκει την πραγματικότητα με το φανταστικό τόσο δεξιότεχνα που δεν τοολμάς να φέρεις αντίρρηση σε οτιδήποτε, όπως και η πρωταγωνίστρια που δέχεται όλα όσα της συμβαίνουν σε αυτή την καταραμένη πόλη, σε αυτό το απεχθές ξενοδοχείο.

Το βιβλίο δεν στηρίζεται στην πλοκή· στηρίζεται στο βάρος. Στο βάρος της μοναξιάς, του φύλου, του βλέμματος. Η πρωταγωνίστρια δεν θέλει να τη βλέπουν, δεν θέλει να υπάρχει έτσι όπως της υπαγορεύουν να υπάρχει. Είναι γυναίκα, είναι σώμα, είναι επιθυμία - και όλα αυτά είναι αφορμές για να τιμωρηθεί. Από την κοινωνία, τους άντρες, και κυρίως από τον ίδιο της τον εαυτό. 

Η γραφή είναι στακάτη, απόλυτα λιτή και τρομακτικά ευθύβολη. Δεν υπάρχει τίποτα περιττό, τίποτα εύκολο. Όλα είναι ψίθυροι σε σκοτεινά δωμάτια, όλα είναι υπονοούμενα που σε αναγκάζουν να κοιτάξεις πιο προσεκτικά. Η Σωτηροπούλου δεν γράφει για να παρηγορήσει· γράφει για να στριμώξει. Και το καταφέρνει.

👍 Η ατμόσφαιρα που δημιουργείται από την ακριβή και αποπνικτική αφήγηση γραφή

👎 Η μικρή έκταση του βιβλίου, πραγματικά δεν θέλεις να τελειώσει

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩✩✩

Κατεχόμενη πόλη

Στο δεύτερο βιβλίο της τριλογίας του Τόκιο, " Κατεχόμενη Πόλη " , ο David Peace συνεχίζει να αποδεικνύει γιατί παραμένει ένας από ...