Η υπόθεση ξεκινά με μια έρευνα πάνω στην τεχνητή νοημοσύνη, τα κυβερνομυστικά και την κατασκοπεία υψηλού επιπέδου. Ένας σπουδαίος επιστήμονας, ο Φρανς Μπάλντερ, ζητά τη βοήθεια του Μίκαελ Μπλούμκβιστ, θεωρώντας πως βρίσκεται στο στόχαστρο των Αμερικανών και μυστικών υπηρεσιών. Μπλέκεται γρήγορα μια πλεκτάνη που περιλαμβάνει χάκερ, πράκτορες, εγκληματικές οργανώσεις — και φυσικά τη Λίσμπετ Σαλάντερ, που εδώ επιστρέφει σαν ηθικός πυρήνας της ιστορίας. Ή έτσι θα ήθελε το βιβλίο να φαίνεται.
Η αλήθεια είναι πως το ενδιαφέρον στήνεται, αλλά δεν κρατά. Η Λίσμπετ δεν έχει πια το βάθος, την ένταση, ούτε και την εσωτερική πάλη που την έκανε μοναδική. Ο Μπλούμκβιστ μοιάζει σχεδόν διακοσμητικός. Οι νέοι χαρακτήρες, όπως ο μικρός Όγκουστ με τις μαθηματικές ιδιοφυΐες, ενώ έχουν υποσχέσεις, δεν αξιοποιούνται με τρόπο που να φορτίζουν την πλοκή με την ένταση που χρειάζεται.
Η γραφή του Λάγκερκραντζ προσπαθεί να ακολουθήσει τον ρυθμό και την ατμόσφαιρα του Λάρσον, αλλά το κάνει με τρόπο περισσότερο τεχνικό παρά οργανικό. Υπάρχει δομή, υπάρχει σενάριο, αλλά λείπει το πάθος. Η δράση εκτυλίσσεται, όμως δεν αναπνέει.
Είναι φανερό ότι ο συγγραφέας θέλει να δείξει σεβασμό στο υλικό. Και ίσως εκεί είναι το πρόβλημα: το βιβλίο δείχνει να φοβάται να τολμήσει. Παραμένει καθηλωμένο στο "τι θα έκανε ο Λάρσον", χωρίς να βρίσκει δική του φωνή. Έτσι, ενώ υπάρχουν σκηνές που θα μπορούσαν να απογειώσουν την ένταση — όπως η εισβολή στο σπίτι του Μπάλντερ ή οι σκηνές με το παρελθόν της Λίσμπετ — όλα παραμένουν προβλέψιμα.
Το αποτέλεσμα; Ένα βιβλίο που διαβάζεται, αλλά δεν σε κρατά. Δεν σε ταρακουνά όπως τα πρώτα. Και όταν τελειώνει, σε αφήνει περισσότερο με μια γεύση νοσταλγίας για το τι ήταν η σειρά, παρά ενθουσιασμό για το τι έγινε.
👍 Η απόπειρα να συνεχιστεί το σύμπαν της Λίσμπετ
👎 Ένας συναισθηματικά αποστειρωμένος απόηχος των προηγούμενων
Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου