Η πρώτη πράξη του βιβλίου είναι από τις πιο καθηλωτικές, καθώς βλέπουμε την πλοκή μέσα από διαφορετικά βλέμματα: τη Briony, τη Cecilia, τον Robbie. Ο McEwan αποδίδει με μαεστρία την ένταση εκείνου του απογεύματος, κάνοντας ακόμη και μια σταγόνα νερό σε ποτήρι να μοιάζει με σκηνή κρίσης.
Στη συνέχεια, η πλοκή μεταφέρεται στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, σε ένα σκληρό ταξίδι με την υποχώρηση στη Δουνκέρκη, καθώς η ενοχή της Briony παραμένει σαν φάντασμα που ακολουθεί κάθε λέξη, κάθε σελίδα. Τα κεφάλαια απουσιάζουν και μαζί φαίνεται να απουσιάζει και η ένταση της αφήγησης. Θα έλεγε κανείς ότι ανάμεσα στο πρώτο και στα άλλα δύο μέρη του βιβλίου μεσολάβησαν αρκετά χρόνια.
Η γραφή του McEwan παραμένει ατμοσφαιρική, η ιστορία προχωράει, αλλά νιώθεις πως προχωράει αργά, ίσως πιο αργά απ’ όσο αντέχει η ίδια της η ένταση. Η «μετα-ανατροπή» στο τέλος – με την Briony, πια συγγραφέα, να αποκαλύπτει πως ίσως τίποτα δεν ήταν ακριβώς όπως το διαβάσαμε – είναι πιασάρικη, αλλά αφήνει την αίσθηση της "εύκολης λύσης". Είναι μια εξιλέωση που δεν έρχεται ποτέ, μια συγχώρεση που ίσως να μην μπορεί να δοθεί.
Η «Εξιλέωση» είναι ένα βιβλίο που αγγίζει την παιδική αθωότητα, τη δύναμη της αφήγησης, το πώς ένα ψέμα μπορεί να σημαδέψει ζωές, και τι σημαίνει να προσπαθείς να φτιάξεις την αλήθεια μέσα από τη γραφή. Ναι, είναι υπέροχα γραμμένο, ναι, σε βάζει στον κόσμο του, αλλά η πλοκή πολλές φορές μοιάζει να υπηρετεί την ιδέα παρά την ιστορία, ενώ η πολυαναμενόμενη κάθαρση δεν δικαιώνει την πορεία που έχει προηγηθεί.
Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩✩
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου