Παρασκευή 12 Σεπτεμβρίου 2025

Ο Στόουνερ

Τι να πρωτοπείς για ένα βιβλίο που έχουν ειπωθεί ήδη τόσα; Καταρχάς, έφτασε η στιγμή που διάβασα για φέτος το καλύτερο βιβλίο της χρονιάς – και σίγουρα ένα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει ποτέ. "Ο Στόουνερ" του John Williams περιλαμβάνει όλα εκείνα που ζητάω σε ένα μυθιστόρημα: ενδιαφέρουσα πλοκή, χαρακτήρες που σου μένουν (κι όχι μια ακατανόητη αράδα ονομάτων που ξεχνιούνται με το που κλείσεις τη σελίδα), περιγραφές που σε στοιχειώνουν, σωστό ρυθμό και καταμερισμό κεφαλαίων και ένα τέλος που δύσκολα θα ξεχάσω.

Η ιστορία του William Stoner, γιου αγροτών που ανακαλύπτει τυχαία τη λογοτεχνία και βρίσκει τελικά την κλήση του ως πανεπιστημιακός, είναι εκ πρώτης όψεως απλή. Όμως πίσω από αυτή την απλότητα κρύβεται η δύναμη του βιβλίου. Μέσα από έναν γάμο που διαλύεται, έναν έρωτα που δεν μπόρεσε να ανθίσει, καθημερινές μικρές μάχες στο πανεπιστήμιο και μια ζωή φαινομενικά «συνηθισμένη», ο Williams φτιάχνει έναν ήρωα που μιλάει στον καθένα μας. Γιατί ο Στόουνερ δεν είναι ένας καθηγητής αγγλικής φιλολογίας του Μιζούρι – είναι η ίδια η αίσθηση μιας ζωής που περνάει ήσυχα, γεμάτη ήττες και ελάχιστες νίκες, αλλά πάντα με αξιοπρέπεια.

Αξίζει να θυμηθούμε πως όταν το βιβλίο εκδόθηκε το 1965 πέρασε σχεδόν απαρατήρητο· χρειάστηκαν σχεδόν πενήντα χρόνια για να ανακαλυφθεί ξανά, να επανεκδοθεί και να γίνει διεθνές best seller, με κριτικούς και αναγνώστες να το αποθεώνουν ως ένα από τα μεγάλα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα. Κι ενώ ήμουν αρκετά αυστηρός με τον Williams για το Μόνο η νύχτα και το Πέρασμα του Μακελάρη, μετά τον Στόουνερ του τα συγχωρώ όλα. 

Οι 400 του σελίδες κυλούν νερό· κάθε φορά που τέλειωνα ένα κεφάλαιο της ζωής του Στόουνερ, ανυπομονούσα να συνεχίσω στο επόμενο. Και όταν τελικά το έκλεισα, με βρήκε η νύχτα να το σκέφτομαι ξανά και ξανά. Ένα μυθιστόρημα που μπαίνει με φόρα στην προσωπική μου λίστα με τα «λίγα και εκλεκτά».

👍 Ένα από τα σπουδαιότερα μυθιστορήματα του 20ού αιώνα, με δύναμη που κρύβεται στην απλότητα

👎 Δυστυχώς, τελείωσε

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩✩✩✩✩

 

Τρίτη 26 Αυγούστου 2025

Το πέρασμα του Μακελάρη


Αν το Μόνο η Νύχτα με είχε αφήσει με την αίσθηση ενός συγγραφέα που ψάχνεται, το «Πέρασμα του Μακελάρη» είναι σίγουρα βήμα μπροστά – αλλά πάλι δεν είναι βιβλίο που σου μένει χαραγμένο. Ο Williams ξεκινά δυνατά: η ατμόσφαιρα, το σκηνικό της Άγριας Δύσης του 19ου αιώνα, οι πρώτες σελίδες με τον νεαρό Γουίλιαν Άντριους που φεύγει από την ασφάλεια της ανατολικής Αμερικής για να βρει «νόημα» στη Δύση, όλα προδιαθέτουν για ένα δυνατό μυθιστόρημα. Στήνει με επιδεξιότητα το πλαίσιο, δημιουργεί χαρακτήρες με ξεκάθαρες προθέσεις, δίνει ρυθμό. Και μετά, ξαφνικά, έρχεται το κενό.

Το δεύτερο μέρος – η μεγάλη κυνηγετική εκστρατεία για τα βουβάλια – μοιάζει ατελείωτη. Στις σελίδες αυτές χάνεται η πλοκή, το βάρος πέφτει σε μια περιπλάνηση που θυμίζει άλλοτε McCarthy (χωρίς το σκοτάδι του), άλλοτε Steinbeck (χωρίς το βάθος των χαρακτήρων του). Το μοτίβο είναι συνεχές: βία, αίμα, κρύο, επιβίωση, αλλά η αφήγηση δεν απογειώνεται ποτέ. Ο αναγνώστης μένει με την αίσθηση ότι κάτι σημαντικό θα έρθει — κι όμως, το μόνο που έρχεται είναι μια εξάντληση, όπως ακριβώς και για τους ίδιους τους ήρωες.

Στο τρίτο μέρος ο Williams ξαναγυρίζει στο ξεκίνημα, σαν να κλείνει κύκλο. Ο Άντριους επιστρέφει πιο κενός απ’ ό,τι ξεκίνησε, και μαζί του κι εμείς. Υπάρχει σίγουρα μια συμβολική διάσταση εδώ — η διάψευση του «αμερικανικού ονείρου» και η κατάρρευση του μύθου της Άγριας Δύσης. Αλλά το ερώτημα παραμένει: γιατί να διαβαστούν εκατοντάδες σελίδες για να καταλήξεις σε ένα «ε, και;» ή όπως θα έλεγαν και οι Αμερικάνοι: So what?

👍 Η δυνατή αρχή και η ατμόσφαιρα της Άγριας Δύσης.
👎 Η εξαντλητική μεσαία ενότητα που κουράζει αντί να συναρπάζει.

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2025

Μόνο η νύχτα

Αν κάποιος μου έδινε το "Μόνο η Νύχτα" ως πρώτο δείγμα γραφής του John Williams, δύσκολα θα φανταζόμουν ότι πρόκειται για τον ίδιο συγγραφέα του Αύγουστου. Το ντεμπούτο του μοιάζει αδύναμο, σχεδόν άγουρο, με μια γραμμική ιστορία που πασχίζει να σταθεί μέσα από όνειρα, αναμνήσεις, παιδικά τραύματα και αδιέξοδους έρωτες, αλλά τελικά γλιστρά σε τετριμμένες εικόνες. Ο συγγραφέας δοκιμάζει έναν τόνο βαρύ, λυρικό, που σε σημεία δείχνει την ευαισθησία του αλλά τις περισσότερες φορές καταλήγει να μοιάζει υπερβολικός και πομπώδης. Είναι σαν να θέλει να πείσει για κάτι που δεν έχει βρει ακόμα — μια φωνή που ακόμη ψάχνει τον εαυτό της.

Ο πρωταγωνιστής, παγιδευμένος ανάμεσα σε πραγματικότητα και ψευδαίσθηση, δεν καταφέρνει να γίνει αληθινά ενδιαφέρων. Κινείται σε ένα περιβάλλον γεμάτο αμφιβολίες, σκοτεινά όνειρα και ημιτελείς σχέσεις, αλλά το μυθιστόρημα δεν δίνει ποτέ τη σπίθα που χρειάζεται για να τον κάνει να μείνει στη μνήμη. Το τέλος, αντί να δώσει λύτρωση ή μια αίσθηση ολοκλήρωσης, φτάνει κακοφτιαγμένο, αφήνοντας περισσότερο απογοήτευση. Αν κάτι σώζει το βιβλίο, είναι οι σποραδικές φράσεις όπου φαίνεται να αστράφτει το ταλέντο που θα ξεδιπλώσει αργότερα ο Williams στα ώριμα έργα του.

Σε σύγκριση με τα ύστερα έργα του, εδώ βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή μιας πορείας. Το Μόνο η Νύχτα λειτουργεί περισσότερο σαν άσκηση ύφους, σαν ένα πρώτο χτύπημα του καλέμι που όμως δεν έχει ακόμα σχήμα. Για κάποιον που αγαπά την καλή πλοκή και θέλει να χαθεί σε μια αφήγηση με ουσία, το βιβλίο δύσκολα θα σταθεί. Παρόλα αυτά, έχει ενδιαφέρον να το δει κανείς σαν ιστορικό ντοκουμέντο μιας συγγραφικής πορείας που έμελλε να δώσει πολύ περισσότερα.

Υ.Γ. Απορώ πώς, έπειτα από 60 χρόνια, οι ειδικοί επέστρεψαν και αναθεώρησαν την αξία αυτού του έργου. Για μένα, παραμένει μια περιέργεια για συλλέκτες, όχι ένα μυθιστόρημα που στέκεται μόνο του.

👍 Υπάρχουν κάποιες σπίθες γραφής που προμηνύουν το ταλέντο του Williams
👎 Γραμμικό, μέτριο, με πομπώδεις περιγραφές και ένα απογοητευτικό τέλος

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩

 

Τρίτη 19 Αυγούστου 2025

Αύγουστος


Ο "Αύγουστος" του John Williams είναι από εκείνα τα βιβλία που αποδεικνύουν πως η Ιστορία δεν χρειάζεται να διηγηθείται με τον κλασικό, εγκυκλοπαιδικό τρόπο για να σε καθηλώσει. Κυκλοφόρησε το 1972 και απέσπασε το National Book Award for Fiction (που μοιράστηκε τότε με το Chimera του John Barth), επιβεβαιώνοντας πως ο Williams μπορούσε να κινηθεί με την ίδια ευκολία τόσο σε ακαδημαϊκά περιβάλλοντα (Στόουνερ) όσο και στην επική αφήγηση.

Η πλοκή καλύπτει τη μετάβαση της Ρώμης από την ταραγμένη Δημοκρατία στην Αυτοκρατορία υπό την ηγεσία του Οκταβιανού, μετέπειτα Αυγούστου. Όμως η μαεστρία του Williams έγκειται στο ότι δεν μας παρουσιάζει τα γεγονότα μέσα από τον ίδιο τον πρωταγωνιστή· αντίθετα, η ιστορία ξεδιπλώνεται μέσα από ένα μωσαϊκό επιστολών, αποσπασμάτων και φωνών δευτερευόντων χαρακτήρων — στρατηγών, φίλων, εχθρών, ακόμα και συγγενών. Έτσι, ο Αύγουστος παρουσιάζεται έμμεσα, σαν μια φιγούρα που διαρκώς κινεί τα νήματα χωρίς να εμφανίζεται ποτέ στην πρώτη γραμμή.

Για τον αναγνώστη, αυτή η επιλογή δημιουργεί μια συναρπαστική πολυφωνία. Η Ρώμη αποκτά ζωή· η πολιτική ίντριγκα, οι πόλεμοι, οι προσωπικές φιλοδοξίες και τα πάθη της εποχής βγαίνουν στην επιφάνεια με ένταση. Στα μεγάλα ατού του βιβλίου είναι πως όλοι οι χαρακτήρες έχουν ξεχωριστή, αυθεντική φωνή, κάτι που κάνει την ανάγνωση να μοιάζει με ανακάλυψη αυθεντικών αρχείων.

Αν και ξεκίνησα ανορθόδοξα την επαφή μου με τον Williams από τον Αύγουστο αντί από τον Στόουνερ, δεν με ξένισε καθόλου. Αντιθέτως, μου κέντρισε το ενδιαφέρον για μια περίοδο της ιστορίας που συνήθως παραγκωνίζεται στα σχολικά βιβλία. Ο αντισυμβατικός τρόπος γραφής μπορεί αρχικά να φανεί απαιτητικός, όμως σύντομα αποζημιώνει με ένα αφήγημα που συνδυάζει λογοτεχνική ποιότητα με ιστορική ακρίβεια.

👍 Η πολυφωνική αφήγηση που ζωντανεύει τη Ρώμη σαν ζωντανό οργανισμό
👎 Ο αντισυμβατικός τρόπος γραφής μπορεί να αποθαρρύνει κάποιους στην αρχή

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩✩✩

Σάββατο 16 Αυγούστου 2025

Τόκιο η επιστροφή


Αν το Τόκιο Έτος Μηδέν ήταν ένα σκοτεινό παραλήρημα γεμάτο στάχτη και ενοχή και η Κατεχόμενη Πόλη μια πολυφωνική συμφωνία σε 12 πράξεις, τότε το "Τόκιο η επιστροφήμοιάζει να ξεκινάει... με φρένο. Ο David Peace εδώ φαίνεται να παλεύει με τον εαυτό του. Στα δύο πρώτα μέρη, εγκαταλείπει κάπως την εκτροχιασμένη φόρμα που τον χαρακτηρίζει, και ακολουθεί μια πιο συνηθισμένη, ευθύγραμμη νόρμα. Το αφήγημα είναι πιο βατό, πιο προσβάσιμο, σχεδόν «αστυνομικό» με την κλασική έννοια — και κάπου εκεί, ίσως, χάνει ένα μέρος από τη μανία που έκανε τα δύο πρώτα βιβλία της τριλογίας τόσο ξεχωριστά.

Η υπόθεση περιστρέφεται γύρω από έναν πραγματικό γρίφο: τον ανεξιχνίαστο θάνατο του Σορίντσι Μακάγιαμα, κυβερνητικού αξιωματούχου, που βρέθηκε απανθρακωμένος σε ένα βουνό το 1949. Ο Peace δεν στέκεται μόνο στο γεγονός — τον συνδέει με την ολυμπιακή έξαρση του Τόκιο το ’64 και την παρακμή με τον θάνατο του αυτοκράτορα Χιροχίτο το ’88. Σαν να προσπαθεί να πει: αν θέλεις να καταλάβεις την Ιαπωνία, ακολούθησε τα φαντάσματά της — από τα πολιτικά σκάνδαλα, μέχρι τη συλλογική της μνήμη και την απώλεια.

Το τρίτο μέρος του βιβλίου είναι εκεί όπου ο Peace επιστρέφει στον εαυτό του. Το ύφος πυκνώνει, η αφήγηση γίνεται εφιαλτική, ο ρυθμός σχεδόν ψυχωτικός. Αν είχε ξεκινήσει έτσι, θα μιλούσαμε για τριλογία με τρεις κορυφές. Παρ' όλα αυτά, ακόμη και πιο «ήπιος», ο Peace είναι Peace: το Tokyo Redux (ο ξενόγλωσσος τίτλος) κλείνει με τρόπο που επιβεβαιώνει πως όλη αυτή η τριλογία είναι κάτι μεγαλύτερο από το άθροισμα των μερών της.

👍 Η σύνδεση μια πραγματικής υπόθεσης με το ιστορικό τραύμα της Ιαπωνίας
👎 Λιγότερη ένταση και γιαπωνέζικη ταυτότητα στα δύο πρώτα μέρη

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩✩

Πέμπτη 7 Αυγούστου 2025

Κατεχόμενη πόλη


Στο δεύτερο βιβλίο της τριλογίας του Τόκιο, "Κατεχόμενη Πόλη", ο David Peace συνεχίζει να αποδεικνύει γιατί παραμένει ένας από τους πιο ιδιαίτερους σύγχρονους συγγραφείς. Εδώ, η πραγματική υπόθεση της μαζικής δηλητηρίασης στην Τράπεζα Teikoku γίνεται ο καμβάς για ένα αφήγημα που διαβάζεται σαν αρχαία τραγωδία και ταυτόχρονα σαν μοντέρνα λογοτεχνία αιχμής. Το βιβλίο χτίζεται μέσα από δώδεκα διαφορετικά «κεφάλαια-κεριά», με κάθε οπτική να προσθέτει έναν τόνο στο συλλογικό τραύμα της κατεχόμενης Ιαπωνίας, άλλοτε με τη μορφή χορού που προωθεί την πλοκή, άλλοτε μέσα από εμπιστευτικά έγγραφα ή προσωπικές επιστολές. Και όλα αυτά με το πολυφωνικό, κατακερματισμένο ύφος του Peace που σε ρουφάει, μέχρι να συνειδητοποιήσεις πως έχεις διαβάσει εκατό σελίδες χωρίς να κλείσεις το βιβλίο.

Η υπόθεση ξεκινά με το μαζικό έγκλημα σε ένα υποκατάστημα τράπεζας στο Τόκιο το 1948, όταν ένας άνδρας που ισχυρίζεται ότι είναι γιατρός δηλητηριάζει δεκαέξι υπαλλήλους, αφήνοντας δώδεκα νεκρούς. Καθώς η αφήγηση ξεδιπλώνεται, ακολουθούμε τον δημοσιογράφο Hirata και τις φωνές μαρτύρων, επιζώντων και ερευνητών, με το Τόκιο να γίνεται ένας ασφυκτικός λαβύρινθος διαφθοράς και τρόμου. Το πραγματικό έγκλημα παραμένει στον πυρήνα, αλλά ο Peace δεν ενδιαφέρεται μόνο για τη λύση του μυστηρίου· τον ενδιαφέρει πώς ένα έγκλημα διαπερνά μια ολόκληρη πόλη και τους ανθρώπους της, αποκαλύπτοντας την κοινωνική αδικία και τα φαντάσματα του πολέμου που πλανώνται σε κάθε σελίδα.

Η επιλογή του Peace να δώσει προτεραιότητα στην ατμόσφαιρα και τον τρόπο αφήγησης σε σχέση με την πλοκή τον δικαιώνει απόλυτα. Δεν ξέρω αν πρώτα ήρθε στο μυαλό του η υπόθεση ή το πώς ήθελε να την αφηγηθεί, αλλά το αποτέλεσμα δεν αφήνει περιθώρια αμφιβολίας: η Κατεχόμενη Πόλη συνεχίζει επάξια την Tokyo Trilogy και θέτει τον πήχη ακόμα ψηλότερα για το είδος.

👍 Τολμηρή, πολυφωνική αφήγηση που δεν σε αφήνει να το κλείσεις
👎 Θέλει συγκέντρωση από τον αναγνώστη για να μη χαθεί μέσα στις εναλλαγές φωνών και ύφους

Πέμπτη 31 Ιουλίου 2025

Τόκιο έτος μηδέν

Από τα βιβλία που σε σέρνουν μέσα τους — όχι με χάρη, αλλά με αγωνία και ιδρώτα. Το "Τόκιο έτος μηδέν" είναι σκοτεινό, απόκοσμο, ωμό. Ο David Peace δεν σε αφήνει απλώς να διαβάσεις· σε πνίγει στο Τόκιο του 1946, λίγους μήνες μετά τη συνθηκολόγηση, με την πόλη να μοιάζει πιο φάντασμα παρά πρωτεύουσα. Σε αυτή την αποκαΐδια πόλη, ένας serial killer γυναικών αφήνει πίσω του πτώματα και ο αστυνόμος Μιναμί καλείται να τα ενώσει σε κάτι που να βγάζει νόημα — ενώ ο ίδιος μοιάζει να διαλύεται παράλληλα.

Η Ιαπωνία εδώ δεν είναι απλώς φόντο. Είναι o κεντρικός χαρακτήρας. Σακατεμένη, ταπεινωμένη, σαν να πρέπει να μάθει ξανά πώς να ζει — ακριβώς όπως και οι κάτοικοί της. Η αφήγηση τρέχει με κατακερματισμένη ρυθμικότητα, γεμάτη επαναλήψεις και εσωτερική αγωνία. Οι σκέψεις του πρωταγωνιστή μπαίνουν σφήνα στην ίδια την πλοκή, δημιουργώντας μια αίσθηση ασφυξίας — σαν να κινείσαι σε όνειρο μέσα σε ερείπια. Μια αφήγηση που ξεπερνά το αστυνομικό είδος και γίνεται σχεδόν υπαρξιακή.

Ο Peace χτίζει ένα αληθινό ψυχολογικό θρίλερ, όχι γιατί κάνει focus στον δολοφόνο, αλλά γιατί εξερευνά έναν ολόκληρο λαό που μοιάζει να έχει σκοτώσει κάτι βαθύτερο μέσα του. Μεταπολεμικό, σκληρό, πρωτότυπο — ένα μυθιστόρημα που απαιτεί και δίνει. Ανυπομονούμε για τη συνέχεια της τριλογίας του Τόκιο. 

👍 Η τοποθέτηση της Ιαπωνίας σε κεντρικό ρόλο
👎 Το βιβλίο δεν ανήκει ξεκάθαρα σε ένα και μόνο λογοτεχνικό είδος

Βαθμολογία: ✩✩✩✩✩✩✩✩


Ο Στόουνερ

Τι να πρωτοπείς για ένα βιβλίο που έχουν ειπωθεί ήδη τόσα; Καταρχάς, έφτασε η στιγμή που διάβασα για φέτος το καλύτερο βιβλίο της χρονιάς – ...